Του Χρήστου Γιανναρά, από τη Καθημερινή 22.6.2014:
Μόνο η δήμευση των κλοπιμαίων θα αλλαξοδρομήσει τη χώρα
Η βίωση της απελπισίας δεν περιγράφεται, δεν γνωστοποιείται με τα γλωσσικά σημαίνοντα, δεν γίνεται πληροφορία. Ο Βίττκενστάιν έλεγε: «Δεν μπορώ να πω τον πονόδοντό μου», ακριβώς όπως κανένας απελπισμένος δεν μπορεί να «πει» τον απελπισμό του: τα νύχια της απόγνωσης καρφωμένα, μέρα-νύχτα, στα σωθικά του.
Η μερίδα των Ελλήνων που ζουν σήμερα ανυπόφορο απελπισμό, έχουν τον επιπλέον αποκλεισμό να μη λογαριάζεται καν η ύπαρξή τους. Για τα Δελτία Ειδήσεων, την τηλεοπτική εικόνα που μονοπωλεί και εξαντλεί την «ενημέρωση» σε διεθνή κλίμακα (δηλαδή τη μεταποίηση του πανανθρώπινου γίγνεσθαι σε Ιστορία), η απελπισία συγκεκριμένων πληθυσμικών ομάδων όχι μόνο δεν γνωστοποιείται, δεν κοινωνείται, δεν δηλώνεται, αλλά μεθοδικά ανυπαρκτοποιείται. Οι σφήνες εικόνων από τον κτηνώδη ξυλοδαρμό των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών που εγκαταβιούν στο πεζοδρόμιο διαμαρτυρόμενες για την απόλυσή τους, υπηρετούν τη λογική τής εμπορικά επιβεβλημένης «ενημερωτικής ποικιλότητας» – συντονίζονται δηλαδή με τον αριθμό των κοστουμιών που πρέπει να αλλάζει ο κ. Σαμαράς σε κάθε Δελτίο Ειδήσεων.
Ο ζόφος και πνιγμός της απελπισίας που βασανίζει (πραγματικά, όχι μεταφορικά) μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην Ελλάδα σήμερα, δεν γεννιέται από πρόβλημα πείνας σε καθημερινή βάση (τουλάχιστον όχι ακόμα) ούτε από την απειλή ξένης εισβολής (ακόμα). Γεννιέται από την ολοκληρωτική απουσία λογικής της ελπίδας, την απόσβεση κάθε λογικής από κάθε παραμικρή προσπάθεια να αναχαιτισθεί η συντελεσμένη και ακάθεκτα συνεχιζόμενη καταστροφή της χώρας. Κυριαρχεί παντού, μα παντού, ο παραλογισμός, η παράνοια, αυτονόητη η καταστρατήγηση κάθε λογικής. Υπερβολές;