Αποσπάσματα από το ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του Σπύρου Μάνδρου "Ένας ακόμα Χειμώνας Κοντράτιεφ;" που δημοσιεύτηκε στο blog Δηλαδή 10.12.2012. Το βρήκα 11 μήνες αργότερα χάρη στον Σταμάτη.
.........
Άπειρη ανάπτυξη σε έναν πεπερασμένο πλανήτη
Ο Δυτικός τριουμφαλισμός έχει στηριχθεί ακριβώς σ’αυτή την ευσεβοποθική γραμμική προβολή του παρόντος στο άπειρο. Μεταφερμένες στο οικονομικό πεδίο οι αντιλήψεις αυτές συγκροτούν τη βαθύτερη ουσία, το πνεύμα του βιομηχανισμού: Αέναη, άπειρη οικονομική ανάπτυξη, άπειρη πίστωση που υποτίθεται ότι θα εξοφληθεί σ’ ένα μακρινό αλλά σίγουρο μέλλον, άπειρη φτηνή ενέργεια για να κινηθεί ο Λεβιάθαν της συνεχώς αυξανόμενης παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και αποκομιδής των καταναλωθέντων, άπειρες πρώτες ύλες που θα μεταποιούνται επ’ άπειρον, άπειρο εργατικό δυναμικό που θα προσφέρει επ’ άπειρον όλο και φτηνότερη εργασία… Κι όλα αυτά σε ένα μικρό, πεπερασμένο πλανήτη.
Στη νεοκλασική οικονομική θεωρία όλα είναι ζήτημα τιμών. Αν ένας πόρος αρχίσει να σπανίζει, η τιμή του ανεβαίνει με αποτέλεσμα τη στροφή των παραγωγών σε άλλους, φτηνότερους πόρους. Όλα μπορούν να υποκατασταθούν: Η εργατική δύναμη από άλλη φτηνότερη εργατική δύναμη ή από αυτόματες μηχανές, η άλφα πρώτη ύλη από τη βήτα, ενώ η ασύμφορη φορολογική πολιτική ενός κράτους αποφεύγεται με τη μετακίνηση των εργοστασίων σε άλλο κράτος με ευνοϊκότερη φορολογική πολιτική. Και αν τα πράγματα ζορίζουν και αρχίζουν να εξαντλούνται οι πόροι, η πρόθυμη εργατική δύναμη ή τα φιλικά κράτη, τότε τα πράγματα διορθώνονται με ένα αδιόρατο πραξικοπηματάκι που ξαναβάζει τα πράγματα εκεί που θα ’πρεπε να είναι – αυτό δηλαδή που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και τη Νότια Ευρώπη. Ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση είναι ακριβώς η αποκορύφωση αυτών των αντιλήψεων και πολιτικών. Τα πάντα είναι αναλώσιμα, υποκαταστάσιμα, εύπλαστα, ρευστά. Η έννοια της φύσης και του πεπερασμένου των φυσικών πόρων είναι τελικά άνευ σημασίας για την επικρατούσα οικονομική θεωρία, η οποία αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια ενός πολύ βολικού φιλοσοφικού αυτισμού με σπουδαιοφανείς λογιστικές αφαιρέσεις.
Η κυρίαρχη ακόμα οικονομική θεωρία αποτελεί την έσχατη λογική συνέπεια του Δυτικού ορθολογισμού και των δύο πυλώνων του: Των εννοιών της ανάπτυξης και της προόδου. Πουθενά σ’αυτό το ρεύμα σκέψης δεν υπάρχει ίχνος υποψίας για κάτι διαφορετικό από τη γραμμική κίνηση προς το άπειρο. Ακόμα και οι ανιχνευόμενες κυκλικές κινήσεις, όπως τα κύματα Κοντράτιεφ, θεωρούνται απλά σκαλοπάτια ή ασήμαντες ελικοειδείς λεπτομερειες στην ευθύγραμμη πορεία του Δυτικού ανθρώπου προς τη σίγουρη αποθέωση. Ο Δυτικός τριουμφαλισμός έχει στηριχθεί ακριβώς σ’αυτή την ευσεβοποθική γραμμική προβολή του παρόντος στο άπειρο. Μεταφερμένες στο οικονομικό πεδίο οι αντιλήψεις αυτές συγκροτούν τη βαθύτερη ουσία, το πνεύμα του βιομηχανισμού: Αέναη, άπειρη οικονομική ανάπτυξη, άπειρη πίστωση που υποτίθεται ότι θα εξοφληθεί σ’ ένα μακρινό αλλά σίγουρο μέλλον, άπειρη φτηνή ενέργεια για να κινηθεί ο Λεβιάθαν της συνεχώς αυξανόμενης παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και αποκομιδής των καταναλωθέντων, άπειρες πρώτες ύλες που θα μεταποιούνται επ’ άπειρον, άπειρο εργατικό δυναμικό που θα προσφέρει επ’ άπειρον όλο και φτηνότερη εργασία… Κι όλα αυτά σε ένα μικρό, πεπερασμένο πλανήτη που έχει ήδη κατακτηθεί και λεηλατηθεί και για τον οποίο ξέρουμε με μεγάλη ακρίβεια πόσες πρώτες ύλες διαθέτει ακόμα, πόσα ορυκτά καύσιμα και πόσοι άνθρωποι τον κατοικούν.
Προβάλλοντας ο βιομηχανισμός τη θεμελιακή αυτή φαντασίωση στην πραγματικότητα, κατάφερε στην ξέφρενη διαδρομή του τους δυό-τρεις τελευταίους αιώνες να εξαντλήσει ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης κληρονομιάς σε αναντικατάστατους φυσικούς πόρους και να στραγγαλίσει τις ίδιες του τις δυνατότητες επιβίωσης. Αυτό που αντικρύζουμε σήμερα είναι ένας εξουθενωμένος βιομηχανισμός που οι βασικοί χειριστές του καταφεύγουν πλέον σε παίγνια χρηματοπιστωτικής απάτης για να διατηρήσουν τα όποια προνόμιά τους.
Τεράστια πολιτικά ερωτήματα
Για να επανέλθουμε στο αρχικό μας ερώτημα: Βιώνουμε έναν ακόμα χειμώνα Κοντράτιεφ; Ναι, θα μπορούσε να πει κανείς πως βιώνουμε πράγματι ένα χειμώνα Κοντράτιεφ, αλλά αυτό δεν έχει πια σημασία. Σημασία έχει ότι ο καπιταλισμός ή ακόμα καλύτερα ο βιομηχανισμός, είτε για εσωτερικούς του λόγους (αρνητική υπεραξία) είτε για εξωτερικούς, περιβαλλοντικούς λόγους (πεπερασμένες πρώτες ύλες και προπαντός ενέργεια, πεπερασμένη φέρουσα ικανότητα του πλανήτη, πεπερασμένη παθητική εργατική δύναμη), έχει φανερά μπει σε μια επιταχυνόμενη καθοδική πορεία που ενδεχομένως οδηγεί στην επικείμενη αιφνίδια κατάρρευσή του. Αν δεχτούμε πως αυτή η ανάλυση είναι ορθή, τότε γεννιούνται τεράστια πολιτικά ερωτήματα.
Και πρώτα απ’όλα, αν αυτό που αντιμετωπίζουμε είναι πράγματι η τελική κρίση του βιομηχανισμού. Εδώ όλα παίζουν και παίζονται. Ουσιαστικά μιλάμε για τέλος πολιτισμού. Είτε καλύτερο είτε χειρότερο, αυτό που θα έρθει σίγουρα δεν θα μπορεί να περιλαμβάνει τις δύο βασικότερες παραμέτρους του βιομηχανισμού, παραμέτρους που είναι και η κύρια αιτία των σημερινών του αδιεξόδων – την ανάπτυξη και την οικονομική επέκταση. Οι κοινωνίες θα είναι έτσι υποχρεωμένες να υιοθετήσουν οικονομικά συστήματα σταθερής κατάστασης (steady state), δηλαδή συστήματα βιώσιμα μέσα στα όρια των πεπερασμένων φυσικών και κοινωνικών πόρων. Κι εδώ μπορεί να ανιχνεύσει κανείς το κεντρικό μέτωπο των επερχόμενων πολιτικών συγκρούσεων.
Έτσι, ακόμα και αν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η υιοθέτηση ή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, ποιά πρωτοπόρα ή αντιδραστική ελίτ, ποιό αστικό κόμμα ή ποιά επαναστατική πρωτοπορία, ποιό δημοκρατικό κίνημα ή ποιά πραξικοπηματική χούντα θα μπορούσε ποτέ να πείσει τις επί γενιές εκπαιδευμένες για το αντίθετο μάζες να εγκαταλείψουν το βασικό όραμά τους; Και με τί κόστος;
Οι έννοιες της ανάπτυξης και της οικονομικής επέκτασης, εκτός από σημαντικά εργαλεία συσσώρευσης πλούτου και δύναμης για τις άρχουσες τάξεις τους τελευταίους δύο αιώνες, αποτέλεσαν και θαυμάσια μέσα “εξαγοράς” και ελέγχου των μαζών. Η υπόσχεση για καλύτερη ζωή, για μόρφωση και κοινωνική άνοδο ήταν το ισχυρό και αποδείξιμο κίνητρο που μπορούσαν να προσφέρουν γενναιόδωρα ώς τώρα οι πολιτικές ελίτ είτε για να διατηρούν το status quo είτε για να το ανατρέπουν. Η πρόοδος και η ανάπτυξη έχουν ουσιαστικά ανακηρυχθεί σε πανίσχυρα θρησκευτικά σύμβολα από τον άνθρωπο του ύστερου βιομηχανισμού, στη θέση της παλαιότερης υπόσχεσης του παραδείσου. Έτσι, ακόμα και αν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τις μεταβιομηχανικές κοινωνίες η υιοθέτηση ή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, ποιά πρωτοπόρα ή αντιδραστική ελίτ, ποιό αστικό κόμμα ή ποιά επαναστατική πρωτοπορία, ποιό δημοκρατικό κίνημα ή ποιά πραξικοπηματική χούντα θα μπορούσε ποτέ να πείσει τις επί γενιές εκπαιδευμένες για το αντίθετο μάζες να εγκαταλείψουν το βασικό όραμά τους; Και με τί κόστος;
Αλλά ακόμα κι αν ήταν εφικτή η επιβολή ενός οικονομικού συστήματος σταθερής κατάστασης, τί θα σήμαινε αυτό πολιτικά και κοινωνικά; Κρίνοντας από το ιστορικό παρελθόν, τέτοια οικονομικά συστήματα προϋποθέτουν ή επιβάλλουν έντονες κοινωνικές διαστρωματώσεις και πολλές φορές καστοποίηση της κοινωνίας. Άραγε αποτελεί κάτι τέτοιο μια ενδεχόμενη έκβαση στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες ή μήπως η ιστορική εμπειρία, η μνήμη της σημερινής καθολικής παιδείας και η πληροφοριακή τεχνολογία, στον βαθμό και την έκταση που θα επιζήσουν, θα ωθήσουν την κοινωνία σε εντελώς νέα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά μορφώματα;
.........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου