αναδημοσίευση από το blog politiki krisi
Χθες έπεσε στα χέρια μου ένα άρθρο του «Economist» σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα και δη την προεκλογική κατάσταση. Ο "πάντα έγκυρος" Economist λοιπόν περιέγραφε την κατάσταση λίγο πολύ όπως την ξέρουμε. Όλο όμως το κατά τ’ άλλα περιγραφικότατο άρθρο διαπνεόταν από τη λογική ότι οι εκλογές είναι «άκαιρες και άσκοπες» και από τη γενικότερη απαξίωσή τους. Πιο συγκεκριμένα, το εναρκτήριο σχόλιο του αναφέρει σε ελεύθερη μετάφραση πως: «Αν οι δανειστές έλεγχαν την κατάσταση στην Ελλάδα, οι πολιτικοί της θα συγκεντρώνονταν στις μεταρρυθμίσεις (δηλαδή στην εφαρμογή του Μνημονίου, όχι οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις) και δεν θα σπαταλούσαν χρόνο και 30 εκατομμύρια για τις εκλογές.» Ενώ ο παράτιτλος τονίζει με έντονα γράμματα ότι « Οι ψηφοφόροι μπορεί να απογοητευτούν, αλλά οι εκλογές δεν θα αλλάξουν πολλά».
Φαίνεται η πολλή για τα δεδομένα μου τηλεόραση που είδα το Πάσχα με επηρέασε: «Ά έχς ξεφύγ!» αναφώνησα, ενθυμούμενος τη γνωστή και κατ’ εμέ κακόγουστη διαφήμιση της Vodafone. Πραγματικά όμως έχουν ξεφύγει. Τι σημαίνει «αν οι δανειστές είχαν τα πράγματα υπό έλεγχο»; Οι δανειστές είναι υπεύθυνοι για μας; Ή απ’ την άλλη γιατί «οι εκλογές να μην αλλάξουν πολλά»; Μήπως από εμάς δεν εξαρτάται η ψήφος μας; Έτσι, ανάλογο με αυτήν, ή μάλλον με αυτές (δηλαδή τις ψήφους) είναι και το αν θα αλλάξουν πολλά ή τίποτα.
Αυτά που λέει το άρθρο σημαίνουν πολλά. Είναι ένα δείγμα της όλης λογικής που διέπει την κατάσταση μας. Κι όχι μόνο τη δική μας κατάσταση, μα την κατάσταση σε όλο το φιλελεύθερο δυτικό κόσμο. Πιο συγκεκριμένα η φιλελεύθερη δημοκρατία όπως φαινόταν να έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια αγγίζει τα όριά της. Ή μάλλον τη φέρνουν στα όριά της.
Πρόκειται για τους ανθρώπους και τις ομάδες που έχοντας τα μάτια τους στραμμένα στο οικονομικό θαύμα της ανατολικής Ασίας (Κίνα, Σιγκαπούρη, Ιαπωνία κλπ), αρχίζουν και σκέφτονται πολύ σοβαρά το διαζύγιο του καπιταλισμού με τη δημοκρατία αλλά και με το φιλελευθερισμό (το ένδυμα του καπιταλισμού από το 1860 κι έπειτα), με αποτέλεσμα ένα σαφώς πιο αυταρχικό μοντέλο που θα τους αποδίδει περισσότερα κέρδη. Είναι σαν να μας λένε «αρκετά σας αφήσαμε να παίξετε, τώρα έχουμε κρίση, σοβαρεύουν τα πράγματα!». Και αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει ήδη. Ζούμε μια «κινεζοποίηση» κατ’ αρχήν της Ελλάδας (και λιγότερο έκδηλα της Ευρώπης) σε πολλούς τομείς, από τους μισθούς και τα εργασιακά μέχρι την καταστολή. Και το σημαντικότερο: το παν (θα) γίνεται με κριτήριο τις αντιδράσεις των αγορών. Παράλληλη εξουσία εκχωρείται και επίσημα σε μη αιρετά κι αντιπροσωπευτικά όργανα όπως είναι οι ευρω-τραπεζίτες και οι επίτροποι στην περίπτωσή μας.
Πολλοί θα σπεύσουν να σχολιάσουν πως ούτε τώρα είχαμε δημοκρατία. Και θα το προσυπογράψω, αφού πρώτα το συμπληρώσω: είχαμε μερική (αν έτσι μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη φιλελεύθερη δημοκρατία των τελευταίων 40 χρόνων) δημοκρατία. Δεν είχαμε μια δημοκρατία που όπως συνυποδηλώνουν τα γραμματικά συστατικά της στοιχεία ο λαός να εξουσιάζει. Σε καμία περίπτωση. Γιατί για να εξουσιάζει ο λαός και σε πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να εξουσιάζει/να έχει τον έλεγχο και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Δεν είδα όμως κανέναν να μπορεί να ψηφίσει για το ποιος θα διοικεί ένα εργοστάσιο ή μια τράπεζα. Έλα όμως που από την οικονομική δημοκρατία εξαρτάται η κοινωνική δημοκρατία. Και προφανώς ούτε τέτοια υπήρχε. Ούτε είδα απ΄την άλλη, όπως επαγγέλονταν, να έχουν όλοι οι άνθρωποι (ίσες) δυνατότητες κι ευκαιρίες για κοινωνική ανέλιξη.
Είχαμε λοιπόν μια κατ' επίφασιν δημοκρατία που εκδηλωνόταν σε πολιτικό μόνο επίπεδο.
Παρ’ όλα αυτά και μόνον η επίφαση της δημοκρατίας (και της ελευθερίας, που είναι αλληλένδετη) είναι κάτι σημαντικό. Αν δεν έχεις έστω κατά νου τι σημαίνουν αυτά, πώς θα τα διεκδικήσεις; Η επίφαση είναι ένα βήμα πιο κοντά στην πραγμάτωση συγκριτικά με το τίποτα. Για παράδειγμα θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε ποιος είναι πιο κοντά στην εξισωτική ελευθερία: ένας δούλος ή ένας εργαζόμενος (προλετάριος, στη μαρξιστική διάλεκτο);
Κάποιοι θα αντιτείνουν σε αυτά την πασίγνωστη φράση του Γκαίτε «ο μεγαλύτερος δούλος είναι εκείνος που νομίζει πως είναι ελεύθερος». Έτσι, θα πρέπει να συπληρωθεί το γνωμικό αυτό με τη λέξη «ολικά» δίπλα στο «ελεύθερος». Εκείνος που νομίζει πως είναι ελεύθερος σε όλα τα επίπεδα και πως η ζωή του θα κριθεί από τις επιλογές του (η κλασική φιλελεύθερη δοξασία) είναι πράγματι οιονεί δούλος (για να μην υπερβάλλουμε με άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς). Εκείνος όμως που αντιλαμβάνεται την κατάστασή του, και τη μερική (όντας κατ’ επίφασιν) ελευθερία που τον χαρακτηρίζει μόνο δούλος δεν είναι. Αντίθετα είναι ένα βήμα πιο κοντά στην ολική ελευθερία απ’ όλους τους άλλους. Το κλειδεί λοιπόν είναι στη συνειδητοποίηση της θέσης, στην αυτσυνείδηση. Γι' αυτό και ο Γκαίτε τονίζει το "νομίζει", το υποκειμενικό στοιχείο.
Ωστόσο με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο μας υπενθυμίζουν με κάθε ευκαιρία πως όχι μόνο ήταν κατ' επίφασιν η δημοκρατία που βιώναμε, αλλά και πως θα πρέπει να γίνουμε πιο ευέλικτοι, πιο συμβιβαστικοί ακόμα και απέναντί σε αυτήν και να απαρνηθούμε τα κεκτημένα μας. Τονίζουν επανηλειμμένα πως οι "δημοκρατικοί" θεσμοί είναι προνόμια που μπορούμε να τα απολαμβάνουμε μόνο σε καιρούς ευημερίας (όταν δηλαδή τα κέρδη τους είναι ικανοποιητικά) και ότι τώρα ζούμε σε σκοτεινές εποχές κι ως εκ τούτου πρέπει να τους αποχωριστούμε έστω και με τη μορφή που τους βιώναμε. Θέλουν λοιπόν να μας επιστρέψουν σε ένα πρότερο στάδιο.
Αυτό θυμίζει τις εποχές του μεγάλου κραχ του 1929 και την κατάσταση που ακολούθησε. Όταν δηλαδή ο φιλελευθερισμός δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει και να συγκρατήσει τις κοινωνικές δυναμικές που είχαν αναπτυχθεί, φώναξε τον ξαδερφό του, το φασισμό να βγάλει τα κάστανα.
Χθες έπεσε στα χέρια μου ένα άρθρο του «Economist» σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα και δη την προεκλογική κατάσταση. Ο "πάντα έγκυρος" Economist λοιπόν περιέγραφε την κατάσταση λίγο πολύ όπως την ξέρουμε. Όλο όμως το κατά τ’ άλλα περιγραφικότατο άρθρο διαπνεόταν από τη λογική ότι οι εκλογές είναι «άκαιρες και άσκοπες» και από τη γενικότερη απαξίωσή τους. Πιο συγκεκριμένα, το εναρκτήριο σχόλιο του αναφέρει σε ελεύθερη μετάφραση πως: «Αν οι δανειστές έλεγχαν την κατάσταση στην Ελλάδα, οι πολιτικοί της θα συγκεντρώνονταν στις μεταρρυθμίσεις (δηλαδή στην εφαρμογή του Μνημονίου, όχι οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις) και δεν θα σπαταλούσαν χρόνο και 30 εκατομμύρια για τις εκλογές.» Ενώ ο παράτιτλος τονίζει με έντονα γράμματα ότι « Οι ψηφοφόροι μπορεί να απογοητευτούν, αλλά οι εκλογές δεν θα αλλάξουν πολλά».
Φαίνεται η πολλή για τα δεδομένα μου τηλεόραση που είδα το Πάσχα με επηρέασε: «Ά έχς ξεφύγ!» αναφώνησα, ενθυμούμενος τη γνωστή και κατ’ εμέ κακόγουστη διαφήμιση της Vodafone. Πραγματικά όμως έχουν ξεφύγει. Τι σημαίνει «αν οι δανειστές είχαν τα πράγματα υπό έλεγχο»; Οι δανειστές είναι υπεύθυνοι για μας; Ή απ’ την άλλη γιατί «οι εκλογές να μην αλλάξουν πολλά»; Μήπως από εμάς δεν εξαρτάται η ψήφος μας; Έτσι, ανάλογο με αυτήν, ή μάλλον με αυτές (δηλαδή τις ψήφους) είναι και το αν θα αλλάξουν πολλά ή τίποτα.
Αυτά που λέει το άρθρο σημαίνουν πολλά. Είναι ένα δείγμα της όλης λογικής που διέπει την κατάσταση μας. Κι όχι μόνο τη δική μας κατάσταση, μα την κατάσταση σε όλο το φιλελεύθερο δυτικό κόσμο. Πιο συγκεκριμένα η φιλελεύθερη δημοκρατία όπως φαινόταν να έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια αγγίζει τα όριά της. Ή μάλλον τη φέρνουν στα όριά της.
Πρόκειται για τους ανθρώπους και τις ομάδες που έχοντας τα μάτια τους στραμμένα στο οικονομικό θαύμα της ανατολικής Ασίας (Κίνα, Σιγκαπούρη, Ιαπωνία κλπ), αρχίζουν και σκέφτονται πολύ σοβαρά το διαζύγιο του καπιταλισμού με τη δημοκρατία αλλά και με το φιλελευθερισμό (το ένδυμα του καπιταλισμού από το 1860 κι έπειτα), με αποτέλεσμα ένα σαφώς πιο αυταρχικό μοντέλο που θα τους αποδίδει περισσότερα κέρδη. Είναι σαν να μας λένε «αρκετά σας αφήσαμε να παίξετε, τώρα έχουμε κρίση, σοβαρεύουν τα πράγματα!». Και αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει ήδη. Ζούμε μια «κινεζοποίηση» κατ’ αρχήν της Ελλάδας (και λιγότερο έκδηλα της Ευρώπης) σε πολλούς τομείς, από τους μισθούς και τα εργασιακά μέχρι την καταστολή. Και το σημαντικότερο: το παν (θα) γίνεται με κριτήριο τις αντιδράσεις των αγορών. Παράλληλη εξουσία εκχωρείται και επίσημα σε μη αιρετά κι αντιπροσωπευτικά όργανα όπως είναι οι ευρω-τραπεζίτες και οι επίτροποι στην περίπτωσή μας.
Πολλοί θα σπεύσουν να σχολιάσουν πως ούτε τώρα είχαμε δημοκρατία. Και θα το προσυπογράψω, αφού πρώτα το συμπληρώσω: είχαμε μερική (αν έτσι μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη φιλελεύθερη δημοκρατία των τελευταίων 40 χρόνων) δημοκρατία. Δεν είχαμε μια δημοκρατία που όπως συνυποδηλώνουν τα γραμματικά συστατικά της στοιχεία ο λαός να εξουσιάζει. Σε καμία περίπτωση. Γιατί για να εξουσιάζει ο λαός και σε πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να εξουσιάζει/να έχει τον έλεγχο και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Δεν είδα όμως κανέναν να μπορεί να ψηφίσει για το ποιος θα διοικεί ένα εργοστάσιο ή μια τράπεζα. Έλα όμως που από την οικονομική δημοκρατία εξαρτάται η κοινωνική δημοκρατία. Και προφανώς ούτε τέτοια υπήρχε. Ούτε είδα απ΄την άλλη, όπως επαγγέλονταν, να έχουν όλοι οι άνθρωποι (ίσες) δυνατότητες κι ευκαιρίες για κοινωνική ανέλιξη.
Είχαμε λοιπόν μια κατ' επίφασιν δημοκρατία που εκδηλωνόταν σε πολιτικό μόνο επίπεδο.
Παρ’ όλα αυτά και μόνον η επίφαση της δημοκρατίας (και της ελευθερίας, που είναι αλληλένδετη) είναι κάτι σημαντικό. Αν δεν έχεις έστω κατά νου τι σημαίνουν αυτά, πώς θα τα διεκδικήσεις; Η επίφαση είναι ένα βήμα πιο κοντά στην πραγμάτωση συγκριτικά με το τίποτα. Για παράδειγμα θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε ποιος είναι πιο κοντά στην εξισωτική ελευθερία: ένας δούλος ή ένας εργαζόμενος (προλετάριος, στη μαρξιστική διάλεκτο);
Κάποιοι θα αντιτείνουν σε αυτά την πασίγνωστη φράση του Γκαίτε «ο μεγαλύτερος δούλος είναι εκείνος που νομίζει πως είναι ελεύθερος». Έτσι, θα πρέπει να συπληρωθεί το γνωμικό αυτό με τη λέξη «ολικά» δίπλα στο «ελεύθερος». Εκείνος που νομίζει πως είναι ελεύθερος σε όλα τα επίπεδα και πως η ζωή του θα κριθεί από τις επιλογές του (η κλασική φιλελεύθερη δοξασία) είναι πράγματι οιονεί δούλος (για να μην υπερβάλλουμε με άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς). Εκείνος όμως που αντιλαμβάνεται την κατάστασή του, και τη μερική (όντας κατ’ επίφασιν) ελευθερία που τον χαρακτηρίζει μόνο δούλος δεν είναι. Αντίθετα είναι ένα βήμα πιο κοντά στην ολική ελευθερία απ’ όλους τους άλλους. Το κλειδεί λοιπόν είναι στη συνειδητοποίηση της θέσης, στην αυτσυνείδηση. Γι' αυτό και ο Γκαίτε τονίζει το "νομίζει", το υποκειμενικό στοιχείο.
Ωστόσο με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο μας υπενθυμίζουν με κάθε ευκαιρία πως όχι μόνο ήταν κατ' επίφασιν η δημοκρατία που βιώναμε, αλλά και πως θα πρέπει να γίνουμε πιο ευέλικτοι, πιο συμβιβαστικοί ακόμα και απέναντί σε αυτήν και να απαρνηθούμε τα κεκτημένα μας. Τονίζουν επανηλειμμένα πως οι "δημοκρατικοί" θεσμοί είναι προνόμια που μπορούμε να τα απολαμβάνουμε μόνο σε καιρούς ευημερίας (όταν δηλαδή τα κέρδη τους είναι ικανοποιητικά) και ότι τώρα ζούμε σε σκοτεινές εποχές κι ως εκ τούτου πρέπει να τους αποχωριστούμε έστω και με τη μορφή που τους βιώναμε. Θέλουν λοιπόν να μας επιστρέψουν σε ένα πρότερο στάδιο.
Αυτό θυμίζει τις εποχές του μεγάλου κραχ του 1929 και την κατάσταση που ακολούθησε. Όταν δηλαδή ο φιλελευθερισμός δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει και να συγκρατήσει τις κοινωνικές δυναμικές που είχαν αναπτυχθεί, φώναξε τον ξαδερφό του, το φασισμό να βγάλει τα κάστανα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου